Πέμπτη 14 Απριλίου 2011

Ευρωπαϊκή πολιτιστική κληρονομιά...

 
Περίληψη εισήγησης Γιάννη Κλ. Ζερβού στο 11ο Πανελλήνιο συνέδριο αρχιτεκτόνων, Ζάππειο μέγαρο 17-20 Μαρτίου

Η Ευρωπαϊκή αντίληψη για τη διατήρηση της Ευρωπαϊκής, ακίνητης πολιτιστικής και φυσικής κληρονομιάς, μετά τους προβληματισμούς του 19ου αιώνα, κατά τη διάρκεια του 20ου, εξελίχθηκε από τη μικροκλίμακα του μεμονωμένου μνημείου, που η πολιτεία υποχρέωνε τον ιδιώτη να διατηρήσει με θυσίες δικές του, μέχρι τη μακροκλίμακα της πόλης, του τοπίου και της έννοιας του πολιτιστικού αγαθού.
Η πολιτεία πλέον αναλαμβάνει την υποχρέωση να εντάσσει στον αειφόρο, πολυτομεακό, αναπτυξιακό σχεδιασμό[1], τη διατηρήση[2] και την αξιοποίηση αυτής της κληρονομιάς, σύμφωνα με τις αρχές, που έχουν θεσμοθετηθεί με συγκεκριμένες συμβάσεις. Στη Διακήρυξη του Amsterdam του 1975, διαβάζουμε ότι, «Η ανεπανάληπτη αρχιτεκτονική της Ευρώπης, είναι κοινή κληρονομιά όλων των λαών της[3]» και «αναπόσπαστο μέρος της πολιτιστικής κληρονομιάς όλου του κόσμου[4]».
Η Ευρωπαϊκή Αρχιτεκτονική Κληρονομιά, περιλαμβάνει και τη σύγχρονη αρχιτεκτονική δημιουργία, σαν πιθανή κληρονομιά του μέλλοντος. Επομένως, αντιμετωπίζεται σαν ενιαίο σύνολο ακίνητων πολιτιστικών αγαθών, όλων των εποχών, συμπεριλαμβανομένης και της εκάστοτε σύγχρονης. Η Ακίνητη Ευρωπαϊκή Κληρονομιά, Αρχιτεκτονική και Αρχαιολογική, είναι μέρος του ανθρωπογενούς ,αλλά και του φυσικού περιβάλλοντος. Πρέπει να προστατευθεί σφαιρικά, να διατηρηθεί σαν μη ανανεώσιμος πόρος και ν' αξιοποιηθεί μέσω της ενσωμάτωσής της στον αειφόρο αναπτυξιακό, χωροταξικό και πολεοδομικό σχεδιασμό, για την παραγωγή κοινωνικής και οικονομικής υπεραξίας .
Η Ελλάδα κύρωσε πέρυσι τη σύμβαση για το τοπίο. Η «Ευρωπαϊκή Σύμβαση του Τοπίου»[5], το κείμενο της οποίας μπορεί σε πρώτη ανάγνωση να θεωρηθεί αόριστο, βασίζεται ρητά και δηλώνεται αυτό στην εισαγωγή της, σε συγκεκριμένες συμβάσεις, που αφορούν το φυσικό και το ανθρωπογενές περιβάλλον. Για το φυσικό περιβάλλον, βασίζεται στη διεθνή σύμβαση της Βέρνης (1979), για την άγρια φύση [6] και τους φυσικούς οικοτόπους. Βασίζεται επίσης στη σύμβαση του Ρίο (1992), για τη βιοποικιλότητα [7]. Οι δύο αυτές συμβάσεις συμβάλουν αποφασιστικά στο καθορισμό των χρήσεων γης. Όσον αφορά στο ανθρωπογενές περιβάλλον, έχουν ληφθεί υπ' όψη εκείνες που διέπουν αποκλειστικά την Ακίνητη πολιτιστική και φυσική κληρονομιά, δηλαδή η σύμβαση της Γρανάδας(1985) για την Αρχιτεκτονική[8], η σύμβαση της Βαλλέττα - Μάλτας (1992) για την Αρχαιολογική [9] και η σύμβαση των Παρισίων (1972) για την παγκοσμίου αξίας κληρονομιά [10]. Οι συγκεκριμένες συμβάσεις, είναι σε πλήρη αλληλοεξάρτηση, και αποτελούν εξ ολοκλήρου, το σκέλος του ανθρωπογενούς περιβάλλοντος της Ευρωπαϊκής Σύμβασης του Τοπίου.
Εννοιολογικά, οι τρείς αυτές συμβάσεις, επομένως και το σκέλος του ανθρωπογενούς περιβάλλοντος της Ευρωπαϊκής Σύμβασης του Τοπίου, βασίζονται στην ομάδα των κειμένων, που έχουν προκύψει, από τον διεθνή επιστημονικό προβληματισμό στη διάρκεια του εικοστού αιώνα. Αναφέρομαι στο Χάρτη των Αθηνών (1931), στο Χάρτη της Βενετίας (1964), στη Διακήρυξη του Amsterdam (1975) και στο Χάρτη των Ιστορικών Πόλεων και Ιστορικών Αστικών Περιοχών, Washington (1987). Τα κείμενα αυτά, έχουν αποτυπώσει την Ευρωπαϊκή αντίληψη για τη διατήρηση και συγχρόνως αξιοποίηση της Ακίνητης πολιτιστικής Ταυτότητας της Ευρώπης. Τα κείμενα αυτά είναι παραπληρωματικά. Το καθένα διευρύνει το πεδίο του προηγούμενου χωρίς να το αναιρεί.
Οι συμβάσεις της Γρανάδας για την αρχιτεκτονική, της Βαλλέττα - Μάλτας για την αρχαιολογική, των Παρισίων για την «παγκοσμίου αξίας» κληρονομιά και της Φλωρεντίας για το Ευρωπαϊκό Τοπίο, αποτελούν την αναγκαία και ικανή επιστημονική και νομική βάση, για την επικαιροποίηση του Συντάγματος, σε ότι αφορά το Ανθρωπογενές Περιβάλλον. Κατ' επέκταση, το ίδιο ισχύει για τον «Νόμο για την προστασία των Αρχαιοτήτων και εν γένει της Πολιτιστικής Κληρονομιάς»[11], ο οποίος επιμελώς αγνοεί τους ορισμούς των συμβάσεων του συμβουλίου της Ευρώπης που διέπουν τη σχέση αλλά και τη διάκριση μεταξύ της Αρχιτεκτονικής και της Αρχαιολογικής κληρονομίας.
- Η Αρχιτεκτονική κληρονομιά ορίζεται σε μνημεία , σύνολα και τόπους που κατοικούνται.
- Η Ακίνητη Αρχαιολογική κληρονομιά ορίζεται σε αρχαιολογικά μνημεία, σύνολα και τόπους, που είναι προϊόντα έρευνας ή ανασκαφής.
Ο επικείμενος νέος ΓΟΚ, διαβάζουμε στις εφημερίδες ότι θα είναι «Πράσινος». Δεν αρκεί να είναι πράσινος, ενεργειακός, βιοκλιματικός, στατικός ή πολεοδομικός, σύγχρονος ή ιστορικός, πρέπει να είναι όλα αυτά μαζί, πρέπει να είναι «Αρχιτεκτονικός», να συντονίζεται ουσιαστικά με τις παραπάνω συμβάσεις, και να επιτρέπει το σύγχρονο φάσμα της έκφρασης. Το Αρχιτεκτονικό έλλειμμα που υπάρχει στην χώρα, είναι ευρύτερα πολιτισμικό και πολιτιστικό έλλειμμα. Επομένως δεν είναι κλαδικό, είναι κυρίως εθνικό ζήτημα.
Όσον αφορά τα προεδρικά διατάγματα γιά τους οικισμούς, έχει διαπιστωθεί τις τελευταίες δεκαετίες, ότι έχει επικρατήσει στον ελλαδικό χώρο, ο μιμητισμός και η αισθητική αντίληψη του «νεοπαραδοσιακού υποκατάστατου[12]», σαν μοναδική λύση για τη διατήρηση και αξιοποίηση της πολιτιστικής και φυσικής μας ταυτότητας. Η ελληνική κοινωνία, χωρίς κριτική σκέψη, προσπαθεί να διατηρήσει την όποια πολιτιστική της ταυτότητα, μέσω της "αποστήθισης" μορφολογικών και λειτουργικών προτύπων άλλων εποχών, αγνοώντας ότι κάθε ιστορική εποχή, συμπεριλαμβανομένης και της σημερινής, συμβάλλει με το αποτύπωμά της στη φυσιολογική εξέλιξη της παράδοσης, η οποία συντελείται από θραύσματα ταυτοτήτων όλων των εποχών, σε υλική και άϋλη διαστρωμάτωση και αλληλοεπίδραση.
Δεν αφαιρείται το δικαίωμα στο σύγχρονο αποτύπωμα σε κανένα από τα παραπάνω επιστημονικά και θεσμικά κείμενα. Το αντίθετο, επιβάλλεται η διάκριση της εκάστοτε σύγχρονης εποχής από όλες τις υπόλοιπες και αυτό σε όλες τις κλίμακες του σχεδιασμού. Το αποτύπωμα της δικής μας εποχής αποτελεί, εν δυνάμει και αυτό, μέρος της κληρονομιάς του μέλλοντος. Πρέπει να εκτείνεται, χωρίς αποκλεισμούς, σε όλο το σύγχρονο φάσμα της έκφρασης και σε όλες τις κλίμακες του δομημένου χώρου.
Για όλα τα παραπάνω, η ουσιαστική ενεργοποίηση των συμβάσεων, που έχουν κυρωθεί για τη Ακίνητη πολιτιστική και φυσική κληρονομιά, αποτελεί επιστημονικό και νομικό μονόδρομο, για μία βιώσιμη και αειφόρο ανάπτυξη ,με κοινωνικό, οικονομικό και πολιτιστικό περιεχόμενο. Η ανάπτυξη αυτού του είδους, βασίζεται σε μία διεπιστημονική προσέγγιση και δεν είναι εφικτή χωρίς την κατοχύρωση των προσόντων και των δικαιωμάτων του επαγγέλματος του Αρχιτέκτονα.

Η πολιτεία ελπίζω να το αντιληφθεί.
Αν αυτό δεν συμβεί, ο Σύλλογος θα επιληφθεί.
Ζάππειο Μέγαρο, 19 Μαρτίου 2011
Γιάννης Κλ. Ζερβός

ΣΥΝΤΟΜΟ ΒΙΟΓΡΑΦΙΚΟ
Ο Γιάννης Ζερβός του Κλεάνθη γεννήθηκε στην Αθήνα το 1951.
Σπούδασε Αρχιτεκτονική στο Πανεπιστήμιο «Federico II», στη Napoli της Ιταλίας.
Ελεύθερος επαγγελματίας.
Μέλος του Δ.Σ. του ΣΑΔΑΣ-ΠΕΑ.
Μέλος της Μόνιμης Επιτροπής Θεμάτων Πολιτισμού & Πολιτιστικής Κληρονομιάς του ΤΕΕ.
Τέως μέλος του Δ.Σ. του Ελληνικού Τμήματος ICOMOS.
Έχει συνυπογράψει τον διεθνή χάρτη αρχών για την διατήρηση των τοιχογραφιών.
ICOMOS Principles for the preservation and conservation-restoration of Wall Paintings, Copenhagen,
Thessaloniki, Victoria Falls 2003
-----------------------------------------
[1] Sustainable Development - Développement Durable - Sviluppo Sostenibile.
[2] Integrated Conservation - Conservation Intégrée - Conservazione Integrata.
[3] CONGRESS ON THE EUROPEAN ARCHITECTURAL HERITAGE 21 - 25 October 1975 - The Declaration of Amsterdam.
[4] op. cit.
[5] N.3827/2010, Κύρωση της Ευρωπαϊκής Σύμβασης του Τοπίου.
[6] Convention on the Conservation of European Wildlife and Natural Habitats, Bern, 19.IX.1979
[7] Convention on Biological Diversity, Rio de Janeiro, 5 June 1992
[8] Ν. 2039/92 , Σύμβαση της Γρανάδας.
[9] Ν .3378/05 , Σύμβαση της Μάλτας.
[10] Ν. 1126/81, Παρίσι, , Σύμβαση της UNESCO για την παγκόσμια φυσική και πολιτιστική κληρονομιά .
[11] Νόμος 3028/2002, ΦΕΚ 153. Για την προστασία των Αρχαιοτήτων και εν γένει της Πολιτιστικής Κληρονομιάς.
[12] Συντήρηση και αναβίωση παραδοσιακών κτιρίων και συνόλων ΒΟΛΟΣ 1981, πρακτικά του Διεθνούς Συμποσίου, σ. 12.

Δεν υπάρχουν σχόλια: